- γαδολινίτης
- Ορυκτό πυριτικό άλας του σιδήρου, του βηρυλλίου και του υτρίου (Fe Be2 Y2Si2 Ο10), που κρυσταλλώνεται σε κρυστάλλους του μονοκλινούς κρυσταλλικού συστήματος. Οι κρύσταλλοί του είναι αλαμπείς και σπάνια βρίσκονται στη φύση. Ο γ. βρίσκεται στους πηγματίτες διαφόρων περιοχών της Ελβετίας, της Νορβηγίας και των ΗΠΑ, είναι αδιαφανής και έχει χρώμα μαυριδερό. Ονομάστηκε προς τιμήν του Φιλανδού χημικού Γιόχαν Γκαντολίν που τον ανακάλυψε.
Dictionary of Greek. 2013.